Στο βιβλίο του «Πώς νιώθεις με αυτό;», ο ψυχίατρος-ψυχοθεραπευτής Φίλιππος Κουνιάκης σταχυολογεί από την πλούσια διαδρομή του 18 ιστορίες ανθρώπων τους οποίους συνόδεψε στο θεραπευτικό τους ταξίδι. Δεκαοκτώ ιστορίες ψυχοθεραπείας διάσπαρτες στον χρόνο –με ποικιλία πρωταγωνιστών–, που έχουν κάτι να προσφέρουν και να εκπροσωπήσουν δεκάδες άλλες. Κι αυτό επειδή υπάρχουν βασικά μοτίβα στις ζωές μας που έχουν την τάση να επαναλαμβάνονται. Οπότε, η κάθε ιστορία αφορά τεράστιο αριθμό ανθρώπων, είτε το γνωρίζουν είτε όχι. Ίσως και εσένα.
Διάβασε ένα απόσπασμα από την ιστορία «Αναζητώντας τον έλεγχο της ζωής σου»:
Στις 8:55 χτυπάει το κουδούνι. (Τίποτα ιδιαίτερο, έπειτα από κάποιες συνεδρίες ο κάθε θεραπευόμενος βρίσκει τον
χρόνο του κι ο θεραπευτής συντονίζεται με αυτόν…)
Η Ευτυχία είναι πάντα στην ώρα της και ίσως λίγο νωρίτερα. Της αρέσει να είναι εντάξει. Τη βολεύει να έχει τον έλεγχο των καταστάσεων, οπότε ξεκινάει νωρίτερα και φτάνει στην ώρα της (δηλαδή λίγο νωρίτερα) πάντα. Κάθεται στην αίθουσα αναμονής με άνεση, πίνει τον καφέ της (εκείνη τον αγοράζει από άλλη αλυσίδα καφέ) και μιλάει συνεχώς στο τηλέφωνο για τις δουλειές της.
Είναι 28 ετών, διατηρεί οικογενειακή επιχείρηση μαζί με την αδελφή της, επιχείρηση δύσκολη για γυναίκα/ες, αλλά εδώ και τρία χρόνια που ο πατέρας τους αποσύρθηκε οριστικά κληροδοτώντας τους μια υγιή αλλά «ατακτοποίητη» (σύμφωνα με την κρίση της Ευτυχίας τουλάχιστον) δουλειά αντέχουν την πίεση. Η μετάβαση από μια προστατευμένη, έστω και δύσκολα, δουλειά σε μια απόλυτα αυτόνομη και αυτοδιαχειριστική επιχείρηση είναι κάτι που, ακόμη κι αν είναι επιθυμητό, συνοδεύεται από πολλές σκέψεις και ανασφάλειες.
Η Ευτυχία απευθύνθηκε σ’ εμένα πριν από δύο χρόνια. Αρχικό της αίτημα, να διευκρινίσει τι δεν πάει τόσο καλά στις διαπροσωπικές της σχέσεις. Διαθέτει καλή εμφάνιση, οικονομική άνεση, κοινωνικό και φιλικό κύκλο, αλλά οι σχέσεις της δεν εξελίσσονται. Για την ακρίβεια, ύστερα από μια αρχικά θετική φάση αμφίπλευρα ακολουθεί μια περίοδος όπου τα μηνύματα δεν είναι σαφή, την μπερδεύουν, την εκνευρίζουν και όταν πάει να αποσαφηνίσει τις προθέσεις και τα συναισθήματα των συντρόφων της, αυτοί αντιδρούν φεύγοντας άμεσα και χωρίς περαιτέρω διευκρινίσεις. Βίωσε και έφερε στη θεραπεία μια πλειάδα σχέσεων με ενθουσιώδη αρχή και άδοξο τέλος, με διάθεση όμως αυτοπαρατήρησης και αναγνώρισης δικών της δυσλειτουργικών μοτίβων στο σχετίζεσθαι…
Προς τιμήν της λοιπόν δεν απέδωσε την όλη κατάσταση σε προβλήματα μόνο των άλλων, αλλά αποφάσισε να διερευνήσει τα δικά της «σκοτεινά» σημεία. Κομβικό σημείο σε όλες τις σχέσεις ήταν η εμπιστοσύνη. Να διευκρινίσω εδώ πως με τις έννοιες μπορούμε πολύ εύκολα και συχνά να διολισθήσουμε σε παρεξηγήσεις και παρερμηνείες, καθώς το εννοιολογικό περιεχόμενο εξατομικεύεται έντονα. Η Ευτυχία λοιπόν, έχοντας κατά νου μια απόλυτη σχέση, διέθετε μια ξεχωριστή ικανότητα να διαβλέπει τα κενά στα λόγια των συντρόφων της και είχε διαισθητικά, λόγω βιωμάτων από την παιδική της ηλικία, τη δυνατότητα να αμυνθεί έναντι της ανακολουθίας και των ανακριβειών.
ΣΤΟ ΚΑΤΩ ΚΑΤΩ, ΣΥΧΝΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΒΡΙΣΚΟΥΜΕ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΨΑΧΝΟΥΜΕ, ΑΚΟΜΗ ΚΙ ΑΝ ΔΕΝ ΤΟ ΞΕΡΟΥΜΕ ‘Η ΚΙ ΑΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΠΩΣ ΔΕΝ ΤΟ ΘΕΛΟΥΜΕ.
Ερχόταν από μια προηγούμενη ψυχοθεραπευτική προσπάθεια, όπου η εμπιστοσύνη στη θεραπεύτριά της κλονίστηκε όταν εκείνη τη ρώτησε αν μπορεί (η θεραπεύτρια) να βγάλει τα παπούτσια της, αν μπορεί να καθίσει οκλαδόν, αν μπορεί να πιει λίγο αλκοόλ γιατί είχε μια δύσκολη ημέρα και, τέλος, όταν της μετέφερε πληροφορίες για μια φίλη της (της Ευτυχίας) που ήταν σε θεραπεία μαζί της.
Το πρώτο διάστημα στη θεραπεία μας ήταν δύσκολο, καθώς υπήρχε το κλείσιμο από την προηγούμενη –όχι απόλυτα επιτυχημένη– ψυχοθεραπεία. Η Ευτυχία προέρχεται από αστική οικογένεια: είναι το δεύτερο παιδί (έχει μία μεγαλύτερη αδελφή)· ο πατέρας της, επιτυχημένος επιχειρηματίας, αυτοδημιούργητος, αυστηρός και απαιτητικός, ως προσωπικότητα ήταν πολύ ευχάριστος με όλους τους άλλους εκτός από την οικογένειά του, προς την οποία ήταν δύστροπος και απότομος, απόμακρος και με απορριπτική στάση προς το γυναικείο φύλο, της γυναίκας του μη εξαιρουμένης… Η μητέρα ήσυχη, δειλή, μαζεμένη αλλά και εκρηκτικά νευρική (μάλλον απρόβλεπτα) προς τα κορίτσια της – και μόνο. Με πολύ στενή σχέση με τη δική της οικογένεια (έμεναν σε διπλανά διαμερίσματα σε οικογενειακή οικοδομή) και σε κάποια φάση με την εκκλησία, και πιο συγκεκριμένα με την ενορία της γειτονιάς της. Η Ευτυχία τη θυμόταν να λείπει πολύ συχνά για δραστηριότητες της εκκλησίας, κάτι που γιγαντώθηκε στη φάση που αποκαλύφθηκε πως ο πατέρας της Ευτυχίας διατηρούσε πολλές και ταυτόχρονα ενίοτε παράλληλες σχέσεις. Η μητέρα δεν μπόρεσε να το κρατήσει στο επίπεδο διαχείρισης του ζευγαριού, αλλά το επικοινώνησε με έμφαση στα κορίτσια.
Η Ευτυχία από μικρή ηλικία έκανε διάφορες χειρωνακτικές και πρόχειρες δουλειές προκειμένου να είναι οικονομικά ανεξάρτητη, με αποτέλεσμα να υστερεί στα ακαδημαϊκά της καθήκοντα. Σε ηλικία 16 ετών εργαζόταν ως υπάλληλος και έβγαζε αρκετά χρήματα. Με έντονα αντιθετική συμπεριφορά προς τη μητέρα της από την ηλικία των 13 ετών, είχαν ακραίες κόντρες για όλα τα ζητήματα. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα είχε υποστεί βίαιη, ανεξέλεγκτη, απρόβλεπτη και επιθετική συμπεριφορά από εκείνη, ενώ ο πατέρας ήταν σχεδόν εντελώς απών, κι έτσι δεν μπορούσε να λειτουργήσει ως μεσολαβητής ασφαλείας. Στη διάρκεια της πρώτης διαγνωστικής συνέντευξης πέρασε από το μυαλό μου η περίφημη ρήση «Του φευγάτου η μάνα δεν έκλαψε ποτέ», καθώς συχνά η ζωή και η επιθυμία επιβίωσης ανακλαστικά μάς ωθεί να φύγουμε γρήγορα και μακριά.