Άρθρο, Βιβλιοπαρουσίαση

Είναι τα λεφτά ο μόνος λόγος για να δουλεύουμε;

Τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις, μας ρωτούσαν κάποτε και οι περισσότεροι από εμάς απαντούσαμε ένα επάγγελμα, ανάλογα με τα ενδιαφέροντά μας και ανθρώπους που θαυμάζαμε, με σκοπό να προσφέρουμε τις γνώσεις και τα ταλέντα μας στον κόσμο για να τον κάνουμε καλύτερο. Κι αυτές οι επιλογές θεωρούσαμε ότι θα μας έδιναν μελλοντικά μια ξεχωριστή ταυτότητα και φυσικά θα μας έκαναν ευτυχισμένους.

Μεγαλώνοντας, όμως, αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό το αφήγημα άλλαξε και αντικαταστάθηκε από την επιδίωξη (όσο το δυνατόν περισσότερων) υλικών απολαβών για να ικανοποιήσουμε όλο και περισσότερες υλικές ανάγκες. Έτσι οι λόγοι για τους οποίους δουλεύουμε, τα οφέλη και το νόημα της εργασίας μας παραμορφώθηκαν από την άνοδο της εργασιομανίας και τη μέθοδο «καρότο και μαστίγιο» για ανταμοιβή και τιμωρία που εφαρμόστηκε στους χώρους εργασίας, τα οποία είχαν αρνητικό αντίκτυπο στην εργασιακή συμμετοχή και ικανοποίηση.

Και ποιο το αποτέλεσμα σε παγκόσμια κλίμακα; «Η εργασία πιο συχνά αποτελεί πηγή απογοήτευσης παρά πληρότητας για το 90% σχεδόν των εργαζομένων ανά τον κόσμο. […] 90% των ενηλίκων περνούν τη μισή ζωή τους κάνοντας πράγματα που δεν θα ήθελαν να κάνουν, σε χώρους στους οποίους δεν θα ήθελαν να βρίσκονται».

 Το ερώτημα είναι: γιατί; Κι αυτό έρχεται να απαντήσει ο ψυχολόγος Barry Schwartz στο βιβλίο του Γιατί δουλεύουμε; καταρρίπτοντας έναν βαθιά ριζωμένο μύθο, ότι ο βασικός λόγος της εργασίας μας είναι τα χρήματα. Ο Barry Schwartz εξετάζει διάφορες πηγές ικανοποίησης που προσφέρει η εργασία, κίνητρα που μας ενθαρρύνουν και μας αποθαρρύνουν και το πιο σημαντικό: πώς μπορούμε να επαναπροσδιορίσουμε την εργασιακή κουλτούρα για να διευρύνουμε το ανθρώπινο πνεύμα. Για να σταματήσουμε να υποβαθμίζουμε την ανθρώπινη φύση και να αρχίσουμε να την εμπλουτίζουμε, πρέπει να αναθεωρήσουμε ριζικά τις ιδέες μας για την εργασία και το ευρύτερο οικοσύστημα των κοινωνικών θεσμών μας:

Ένας σκορπιός θέλει να περάσει το ποτάμι, αλλά δεν μπορεί να κολυμπήσει. Πηγαίνει σε έναν βάτραχο και του ζητάει να τον μεταφέρει. Ο βάτραχος διστάζει: «Αν σε κουβαλήσω στην πλάτη μου, θα με τσιμπήσεις».

Ο σκορπιός τον διαβεβαιώνει: «Δεν με συμφέρει να σε τσιμπήσω, γιατί, από τη στιγμή που θα είμαι στην πλάτη σου, θα πνιγώ κι εγώ».

Ο βάτραχος το συλλογίζεται λίγο και συμφωνεί. Παίρνει τον σκορπιό στην πλάτη του και αψηφά την ορμή του ποταμού. Όμως, στα μέσα της διαδρομής νιώθει έναν τσουχτερό πόνο στα πλευρά του και συνειδητοποιεί ότι τελικά ο σκορπιός τον τσίμπησε. Την ώρα που βυθίζονται στο νερό, ο βάτραχος κραυγάζει: «Γιατί με τσίμπησες, κύριε Σκορπιέ; Αφού τώρα θα πνιγούμε κι οι δυο».

Ο σκορπιός απαντάει: «Δεν είναι στο χέρι μου. Είναι στη φύση μου».

Neil Jordan, Το παιχνίδι των λυγμών (1992)

βασισμένο σε έναν αυθεντικό μύθο άγνωστης προέλευσης

 

Οι άνθρωποι δεν είναι σκορπιοί. Οι άνθρωποι δεν περιορίζονται να είναι ή έτσι ή αλλιώς. Όμως, δεν είναι ούτε ελεύθεροι να πλάσουν τον εαυτό τους δίχως φραγμούς. Όταν διαμορφώνουμε τους κοινωνικούς θεσμούς μας –τα σχολεία, τις κοινότητες και, γιατί όχι, τους εργασιακούς χώρους μας– διαμορφώνουμε, επίσης, την ανθρώπινη φύση. Γι’ αυτό, η ανθρώπινη φύση αποτελεί σε σημαντικό βαθμό προϊόν του ανθρώπινου σχεδιασμού. Αν σχεδιάζουμε εργασιακούς χώρους οι οποίοι εξασφαλίζουν στους ανθρώπους τις συνθήκες για να κάνουν δουλειές που εκτιμούν, σχεδιάζουμε μια ανθρώπινη φύση που εκτιμά την εργασία. Αν σχεδιάζουμε εργασιακούς χώρους οι οποίοι εξασφαλίζουν στους ανθρώπους τις συνθήκες για να βρίσκουν νόημα στη δουλειά τους, τότε σχεδιάζουμε μια ανθρώπινη φύση που εκτιμά την εργασία.

[…]

Η βιομηχανική επανάσταση έβγαλε από τη φτώχεια εκατομμύρια ανθρώπους στη Δύση. Πλέον, με την εξάπλωσή της στους ανθρώπους και τους τόπους που έχασαν το πρώτο κύμα της εκβιομηχάνισης, σώζει από τη φτώχεια πολλά επιπλέον εκατομμύρια. Η εκβιομηχάνιση υπήρξε ένα εκπληκτικό ανθρώπινο επίτευγμα. Όμως, η ανακούφιση από την υλική φτώχεια είχε το βαρύ τίμημα της φτώχειας του πνεύματος. Ίσως να ήταν απαραίτητο να πληρώσουμε αυτό το τίμημα στα πρώτα στάδια της οικονομικής ανάπτυξης. Όμως, όχι πια. Όσον αφορά τον μετασχηματισμό των εργασιακών χώρων, πραγματικά, ήρθε ο καιρός τους.

Σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό Rolling Stone πριν από πολλά χρόνια ο σούπερσταρ της ροκ Bruce Springsteen είπε για την εκπληκτικά επιτυχημένη καριέρα του:

Αναγνωρίζω πως η μουσική με κρατά ζωντανό… Είναι η ψυχή μου. Το να την εγκαταλείψω για μια τηλεόραση, ένα αυτοκίνητο, ένα σπίτι – δεν είναι το αμερικανικό όνειρο αυτό. Αυτό είναι αριστείο βλακείας, σε τελική ανάλυση. Όλα αυτά είναι αριστεία βλακείας. Αν την πατήσετε μαζί τους –αν, όταν τα αποκτήσετε, πιστεύετε πως αυτά είναι ο αυτοσκοπός και το τέλος–  τότε σας έχουν δουλέψει ψιλό γαζί. Γιατί όλα αυτά είναι βραβεία της παρηγοριάς, αν δεν προσέξετε, είτε για το ξεπούλημα του εαυτού σας είτε επειδή αφήσατε να ξεφτίσουν τα καλύτερα κομμάτια του. Οπότε, πρέπει να είστε σε επαγρύπνηση. Πρέπει να πάτε την αρχική σκέψη σας παραπέρα. Και πρέπει να ελπίζετε πως πορεύεστε προς έναν ανώτερο τόπο.

Ως κοινωνία οφείλουμε πλέον να μη συμβιβαζόμαστε με αριστεία βλακείας. Ήρθε ο καιρός να αξιώσουμε από τον εαυτό μας, τους εργοδότες και τους συναδέλφους μας την αναζήτηση ενός ανώτερου τόπου. Όλοι μαζί μπορούμε να αποκαλύψουμε ότι οι ιδέες για την ανθρώπινη φύση που διαμόρφωσαν τον εργασιακό χώρο εδώ και τόσον καιρό δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια ιδεολογία. Το αποτέλεσμα θα είναι καλύτεροι γιατροί, δικηγόροι, εκπαιδευτικοί, κομμωτές και επιστάτες, καθώς και πιο υγιείς ασθενείς, πιο μορφωμένοι μαθητές και πιο ικανοποιημένοι πελάτες. Όλοι μας θα έχουμε βάλει ένα χεράκι στη δημιουργία μιας ανθρώπινης φύσης που θα αξίζει να τη δικαιώνουμε.

Στις μέρες μας πλέον το ερώτημα «τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις» οφείλει και έχει αρχίσει να έχει κι άλλες απαντήσεις, όπως «ευτυχισμένος/η και  χρήσιμος/η μέσα από την εργασία μου». Η ευκαιρία να κάνουμε τη δουλειά μας «σωστά», να δώσουμε τον καλύτερό μας εαυτό, να νιώσουμε πως μας ενθαρρύνουν να εξελιχθούμε και να μάθουμε, να δεχθούμε την εκτίμηση των συναδέλφων και των ανωτέρων μας, να αισθανθούμε πως η άποψή μας μετράει, πως αυτό που κάνουμε είναι σημαντικό, και η διατήρηση εγκάρδιων φιλικών σχέσεων στη δουλειά είναι οι διαστάσεις της εργασίας που αξίζουμε να αναπτύξουμε τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, βελτιώνοντας έτσι τις ιδέες και θεωρίες που έχουμε για την ανθρώπινη φύση.

 

Περισσότερα για το βιβλίο του Barry Schwartz Γιατί δουλεύουμε; εδώ.

 

 

Αφήστε μια απάντηση