Τι θα έλεγε ο 100χρονος εαυτός σου στη σημερινή εκδοχή σου; Ίσως κάποια προειδοποίηση, ίσως κάποιο καθησυχασμό. Πόσο διαφορετικά θα επένδυες τον πολύτιμο χρόνο σου;
Tο Εκατό είναι ένα πολυτελές τετράχρωμο σκληρόδετο λεύκωμα, στο οποίο καταγράφεται η πορεία μίας ζωής, από την κούνια μέχρι τα εκατό χρόνια. Κάθε σαλόνι του βιβλίου είναι αφιερωμένο σε ένα έτος από τη ζωή μας, αποτυπώνοντας μοναδικά μια διαδρομή γεμάτη ανακαλύψεις, ελπίδες, ανατροπές, χαρές, απώλειες, αλλά και νέους ερχομούς. Ξεφυλλίζοντας τις 180 σελίδες του βιβλίου, αποκαλύπτεται στον αναγνώστη η μαγεία όσων μάς ενώνουν στη ζωή και η ομορφιά των στιγμών.
Πώς γεννήθηκε η ιδέα αυτή για τη δημιουργία του Εκατό; Ας μάθουμε από την ίδια τη συγγραφέα, τη Heike Faller.
Λίγα λόγια για το Εκατό
H ιδέα για αυτό το βιβλίο προέκυψε καθώς κοιτούσα τη νεογέννητη ανιψιά μου που ήταν τυλιγμένη σαν μούμια στην κούνια της και ανοιγόκλεινε τα μάτια βλέποντας για πρώτη φορά τον κόσμο. Τι παράξενο ταξίδι σε περιμένει, αναρωτήθηκα. Ένιωθα ζήλια για όλα τα υπέροχα πράγματα που ήταν μπροστά της. Ταυτόχρονα, όμως, στενοχωριόμουν για όλες τις οδυνηρές εμπειρίες που την περίμεναν. Εκείνη τη στιγμή, ένα αυτοκίνητο πέρασε έξω από το σπίτι. Η ανιψιά μου κούνησε το κεφάλι της προσπαθώντας να ακολουθήσει τον ήχο. Δεν καταλάβαινε ακόμα ότι αυτός ο ήχος δεν είχε καμία σχέση με τη δική της ζωή.
Όταν την είδα μετά από μερικές εβδομάδες, δεν έδινε καμία σημασία στους ήχους των αυτοκινήτων. Είχε αρχίσει την ατέρμονη διαδικασία της παρατήρησης, της αξιολόγησης και της ταξινόμησης, εκείνη που μας επιτρέπει να αποφεύγουμε να κατακλυζόμαστε από ερεθίσματα και που μας επιτρέπει να πηγαίνουμε από το Α έως το Β χωρίς να σηκώνουμε κάθε πέτρα και χωρίς να πηδάμε σε κάθε νερόλακκο στη διαδρομή. Είναι λυπηρό να σκεφτείς πως ως ενήλικες έχουμε συνηθίσει σε τέτοιο βαθμό τον κόσμο, που δεν μας κάνουν εντύπωση ούτε τα θαύματα – όπως είναι τα βουνά, η πανσέληνος ή η αγάπη για έναν άλλον άνθρωπο. Και για να τα δούμε αυτά ξανά σε όλο τους το μεγαλείο θα πρέπει να μάθουμε να τα βλέπουμε με διαφορετικό τρόπο. Αυτό δείχνει το βιβλίο που κρατάς: πώς η αντίληψή μας για τον κόσμο αλλάζει κατά τη διάρκεια μιας ζωής.
Υπάρχουν πολλά πράγματα που δεν έχω ζήσει ή που δεν έχω ζήσει ακόμα. Και αυτός ήταν ο λόγος που αποφάσισα να ρωτήσω άλλους ανθρώπους τι έχουν μάθει οι ίδιοι για τη ζωή. Μίλησα με δασκάλες δημοτικού και ενενηντάχρονους, άντρες και γυναίκες που χαίρουν μεγάλου σεβασμού και άλλους που έχουν αποτύχει. Συζήτησα με τον πρώην γενικό διευθυντή μιας εταιρείας από την Ανατολική Γερμανία στην αυλή του, σε ένα χωριό κοντά στους ουρανοξύστες του Μάρζαν, μιας γειτονιάς του Βερολίνου. Μίλησα, επίσης, στην Κωνσταντινούπολη με μια οικογένεια προσφύγων από τη Συρία, ενώ καθόμασταν στο τσιμεντένιο δάπεδο του υπόγειου διαμερίσματός τους. Η ερώτηση που έκανα σε όλους αυτούς τους ανθρώπους ήταν πάντα ίδια: τι έχεις μάθει για τη ζωή;
Ένας εικοσιδυάχρονος από το Λάγος που είχε μόλις αποφοιτήσει από το Λύκειο μίλησε για το πώς ανακάλυψε την αξία του να προγραμματίζεις ακόμα και τα πιο μικρά πράγματα που πρέπει να κάνεις για να πετύχεις κάτι σπουδαίο. Δεν τα πήγαινε καλά στο σχολείο μέχρι να κάνει αυτή τη συνειδητοποίηση – τελικά αποφοίτησε με έναν από τους μεγαλύτερους μέσους όρους βαθμολογίας σε όλη τη Νιγηρία.
Άνθρωποι που είχαν αντιμετωπίσει μεγάλες δυσκολίες στη ζωή τους συχνά έλεγαν πόσο εντυπωσιασμένοι ήταν και οι ίδιοι με τη δύναμή τους. Μια μητέρα έξι παιδιών από τη Συρία, για παράδειγμα, που συνάντησα στην Κωνσταντινούπολη μου είπε πως ενώ δεν υπάρχει χώρος για τους φτωχούς σε αυτό τον κόσμο, η ζωή είναι όμορφη και ο καθένας καλείται να είναι ανοιχτός στην ομορφιά. Αυτό που είχε ενδιαφέρον ήταν ότι οι άνθρωποι που είχαν αντιμετωπίσει δυσκολίες στη ζωή τους ικανοποιούνταν πιο εύκολα από εκείνους που είχαν λιγότερο δύσκολους δρόμους να διαβούν. Υπό αυτό το πρίσμα, ίσως η ζωή να είναι δίκαιη τελικά: η ευτυχία είναι σχετική (μια ιδέα που αποτυπώνεται στις σελίδες αυτού του βιβλίου που αναφέρονται στις ηλικίες των 30 και 31).
Ίσως για αυτό οι άνθρωποι είναι πιο ευγνώμονες στη μέση ηλικία, ακόμα και για τις πιο απλές απολαύσεις, όπως είναι ένας ωραίος καπουτσίνο σε ένα όμορφο σκηνικό (στα 51) ή ένας καλός ύπνος (στα 49). Στην πραγματικότητα, όλοι όσοι ρώτησα άνω των 40 ετών μού είπαν πως ήταν χαρούμενοι όταν μπορούσαν να κοιμηθούν όλο το βράδυ.
Και οι ηλικιωμένοι; Φυσικά, τα όσα έχουν μάθει στην ηλικία τους πηγάζουν από την αποδοχή των περιορισμών τους. Αλλά κάποιοι άνθρωποι μίλησαν ακόμα και για εντελώς καινούργιες εμπειρίες. Ο Ανατολικογερμανός γενικός διευθυντής κατέληξε στο ότι θα μπορούσε να ήταν πιο γενναίος. Γι’ αυτό είπε πως τώρα στα 70 του δοκιμάζει νέα πράγματα. Μια δασκάλα από τη Βόρεια Βαυαρία μού είπε ότι στα 74 βρήκε το σύντροφο της ζωής της. Και μια ζωγράφος από το Βερολίνο μίλησε για τη στιγμή που ο άντρας της διαγνώστηκε με άνοια. Ήταν μια εξαιρετική δύσκολη περίοδος για εκείνη (στα 87 της), αλλά και μια περίοδος στην οποία έμαθε κάτι καινούργιο. Οι φροντιστές του συζύγου της ήταν άνθρωποι που προέρχονταν από την εργατική τάξη και το ζευγάρι δεν είχε καμία τριβή μαζί τους. Αφού πέρασαν χρόνο μαζί, διαπίστωσαν πόσο σοφοί ήταν κάποιοι από αυτούς τους ανθρώπους. Και κατά αυτόν τον τρόπο, σε αυτήν την προχωρημένη ηλικία άλλαξε τελείως το πώς έβλεπε τους ανθρώπους αυτούς.
Παρά τις εμπειρίες που αποκομίζει κάποιος στη διάρκεια μιας ζωής, φαίνεται ότι υπάρχει κάτι μέσα μας που παραμένει αναλλοίωτο. Το συνειδητοποίησα αυτό μετά από μια συζήτηση που είχα με μια ενενηντατετράχρονη συγγραφέα εφηβικής λογοτεχνίας που έχει αγαπηθεί σε όλο τον κόσμο. Όταν τη ρώτησα τι έμαθε για τη ζωή μού είπε: «Μερικές φορές νιώθω σαν το μικρό κορίτσι που κάποτε υπήρξα. Αναρωτιέμαι αν έμαθα οτιδήποτε για τη ζωή» – μια φράση που αντέγραψα αυτολεξεί.
Αυτό που με εξέπληξε ήταν πως κανένας από τους ηλικιωμένους με τους οποίους μίλησα δεν φοβόταν τον θάνατο. Αυτό εκφράστηκε με υπέροχο τρόπο από κάποιον πολύ ηλικιωμένο άνθρωπο που βρισκόταν με τη γυναίκα του όταν τον επισκέφτηκα στον κήπο τους. «Κάθε χρόνο, όταν κατεβάζεις τα άδεια βαζάκια μαρμελάδας στο κελάρι, σκέφτεσαι: Ποιος ξέρει αν θα τα ξαναχρειαστώ ποτέ». Έκανε μια παύση. «Αλλά μετά έρχεται η ώρα που ξαναφτιάχνεις μαρμελάδα βατόμουρο».
Αυτή ήταν η ιδέα για τις ηλικίες των 94 και 95 σε αυτό το βιβλίο (και ο λόγος που αναφέρεται γενικά στο βιβλίο η μαρμελάδα).
Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα με την «εμπειρία ζωής» άλλων. Μοιάζει ρηχή αν δεν μπορείς να τη γεμίσεις εσύ με τους δικούς σου στοχασμούς. Γι’ αυτό και ίσως έχει νόημα να διαβάσεις αυτό το βιβλίο μαζί με κάποιον άλλο –ίσως έναν γονιό ή έναν παππού– που έχει περισσότερες εμπειρίες, και να συζητήσετε τι μπορεί να σημαίνουν αυτές οι φράσεις για τη δική τους ζωή. Τουλάχιστον, αυτό έλπιζα όταν έγραφα αυτό το βιβλίο.
– Heike Faller