Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Γυναίκας στις 8 Μαρτίου, επιλέγουμε μια από τις 100 ιστορίες 100 γενναίων κοριτσιών από το βιβλίο «Μικρές Επικίνδυνες».

Οι Μικρές Επικίνδυνες είναι 100 κορίτσια, 13-22 ετών, που μοιράστηκαν τις ιστορίες τους χωρίς φόβο, με ειλικρίνεια και γενναιότητα. Μετά το Είμαι Επικίνδυνη και τις αληθινές ιστορίες 100 γυναικών, το βιβλίο αυτό
έρχεται σαν ένα ημερολόγιο γραμμένο από μια ολόκληρη γενιά – μια καλειδοσκοπική ματιά στην αλήθεια τού να μεγαλώνεις ως κορίτσι στη σύγχρονη Ελλάδα.

Είμαι… δυνατή και θαρραλέα

Είμαι 18 χρονών και είμαι από την Αρμενία. Αρμενία και Ελλάδα είναι πολύ διαφορετικές χώρες. Εδώ ο κόσμος είναι πιο ανοιχτός. Εκεί είναι πιο δύσκολο να κυκλοφορήσω με σορτσάκι ή με τιραντάκι. Εκεί πάω τα καλοκαίρια αλλά, παρά τη ζέστη, δεν ντύνονται όπως εδώ. Όταν ήμουν πιο μικρή, όταν είχε ζέστη στην Αρμενία ντυνόμουν σαν ένα φυσιολογικό 13χρονο παιδί: δεν φορούσα «κλειστά ρούχα». Υπήρξαν όμως κάποια παράπονα από θείους και θείες που μίλησαν με τους γονείς μου και τους είπαν πως δεν είναι σωστό και πως πρέπει να ντύνομαι καλύτερα! Εννοώντας να καλύπτω περισσότερο το σώμα μου, κάτι που δεν περίμενα να ακούσω. Ένιωσα περίεργα. Είμαστε ορθόδοξοι χριστιανοί. Δεν έχουμε υποχρέωση «μαντίλας». Δεν είχα καταλάβει πως πρέπει να ντύνομαι συγκεκριμένα. Είχα το μυαλό ενός παιδιού, μιας εφήβου που θέλει να βγει έξω, να περάσει καλά, να ντυθεί ωραία!

Όταν ξαναπήγα στην Αρμενία καλοκαίρι και βγαίναμε έξω, αν και είχε ζέστη, αναγκάστηκα να φοράω τζιν παντελόνι και κοντομάνικο μπλουζάκι. Τα αγόρια όμως κι εκεί ντύνονται όπως κι εδώ: με τα σορτσάκια τους, με τα αμάνικά τους! Νιώθω θυμό! Είναι μεγάλη αδικία αυτή η διαφορά: τα αγόρια να μπορούν να φορούν ό,τι θέλουν και να μην μπορώ εγώ και να πρέπει από τα 15 μου να προσέχω πώς ντύνομαι για να μην κοιτάνε οι άλλοι και να μην «προκαλώ». Που δεν προκαλώ! Δεν προκαλεί ένα παιδί με το ντύσιμό του!

Εδώ, στην Ελλάδα, θα ντυθώ διαφορετικά. Θα βάλω το σορτσάκι μου, αλλά σίγουρα κι εδώ θα νιώθω άβολα. Ξέρω πως θα με κοιτάνε περίεργα, ξέρω πως θα ακούσω πράγματα περίεργα. Λέξεις που χαρακτηρίζουν κοπέλες που ντύνονται «κάπως»… Ή θα μου κάνουν χειρονομίες. Το έχω ζήσει. Όταν λέω χειρονομίες, εννοώ να δείχνουν κάποιους τρόπους για να μεταχειρίζονται το σώμα μου. Δεν θέλω καν να μιλάω γι’ αυτό. Είναι πολύ άσχημο.

Επειδή κάνω βόλτες γενικά, δεν παίζει ρόλο ούτε η ώρα της μέρας ούτε η περιοχή όπου βρίσκομαι. Κάποιοι βρίσκουν τον τρόπο τους… Από άντρες είναι αυτές οι συμπεριφορές και μάλιστα μεγαλύτερους. Δεν έχω βιώσει τέτοια από παιδιά της ηλικίας μου.

Τις περισσότερες φορές δεν αντιδρώ. Το να μην τους δίνω θάρρος πως μου τραβούν την προσοχή είναι το καλύτερο που μπορώ να κάνω. Έτσι προστατεύω και τον εαυτό μου. Γιατί, αν αντιδράσω, θα πουν ή θα κάνουν κάτι παραπάνω. Τελευταία φορά που μου συνέβη κάτι τέτοιο ήταν το καλοκαίρι. Είχα πάει βόλτα, φορούσα σορτσάκι. Και επιστρέφοντας, απέναντι από το σπίτι μου κιόλας, ήταν πέντε άντρες γύρω στα 35-40 που κάθονταν σε ένα καφέ και μου φώναξαν: «Ποπό, πόσο όμορφη είσαι!», και γελούσαν. Κι εγώ από τα νεύρα μου, επειδή δεν άντεχα άλλο να με κοροϊδεύουν, να γελάνε, να μου μιλάνε, να με δείχνουν, έκανα κι εγώ μια χειρονομία. Και μετά τη δική μου χειρονομία συνέχισαν να γελάνε και να προσπαθούν να μου μιλήσουν… Δεν ξέρω αν μένουν στη γειτονιά αλλά συχνάζουν σε αυτό το καφέ, οπότε, όσο μπορώ, αποφεύγω να περνάω από εκεί. Δηλαδή όλο αυτό επηρεάζει κι άλλα πράγματα: αναγκάζομαι να αλλάζω διαδρομές, να μην κυκλοφορώ σε σκοτεινά μέρη. Στη γειτονιά μου, στον Νέο Κόσμο, τείνω να πηγαίνω από τους κεντρικούς δρόμους όπου υπάρχει πολύ φως για να νιώθω ασφάλεια. Συνήθως μιλάμε στο τηλέφωνο με φίλες για να μάθουμε τι ώρα έφτασε η κάθε μια σπίτι της, αν είμαστε καλά και ότι επιστρέψαμε ασφαλείς. Η ζωή μας καθορίζεται αρκετά από όλα αυτά.

Επίσης προσέχω τι φοράω για να περνάω απαρατήρητη. Είναι εξοργιστικό! Εγώ σαν κοπέλα θέλω να φορέσω τις φούστες μου, τα καλσόν μου κ.λπ., αλλά νιώθω πάρα πολύ απειλούμενη. Όπου και να πάω υπάρχει μια πίεση. Δεν μπορώ να είμαι ελεύθερη. Έχω επηρεαστεί πολύ από τότε που ήμουν 13-14 και πήγαινα να πάρω τη μικρή μου αδελφή από το δημοτικό σχολείο. Στο δρόμο, κάποιοι μέσα από τα αυτοκίνητα ή πάνω σε μοτοσικλέτες, μου φώναζαν. Σε ένα 13χρονο παιδί! Τώρα που τα σκέφτομαι και θυμάμαι τι μου έλεγαν σε αυτή την ηλικία, τα βρίσκω απαράδεκτα! Οπότε καλύπτομαι… Δεν μπορώ να κάνω κάτι. Αν και πιστεύω πως δεν έχει σημασία το ρούχο, γιατί, ό,τι και να φορέσω, κάποιος θα βρεθεί να πει κάτι.

Τα εφηβικά μου χρόνια δεν ήμουν ήρεμη. Ήταν πολύ «κλειστά» χρόνια και καταπιεσμένα. Κάθε τρεις και λίγο κάτι θα γινόταν και θα με τάραζε… Να μου μιλήσουν άσχημα, να μου σφυρίξουν… Ακόμη και κάποιος με παιδί δίπλα του στο αυτοκίνητο με έχει πειράξει! Όταν πήγα γυμνάσιο ξεκίνησα να κυκλοφορώ έξω μόνη μου, με τις φίλες μου. Από τότε που ήμουν ένα αθώο παιδί, άρχισα να καταλαβαίνω πως ο κόσμος δεν είναι αυτός που έβλεπα αλλά πολύ χειρότερος. Δηλαδή είναι φυσιολογικό άντρες 40 χρονών να την πέφτουν σε 13χρονα; Δεν είναι καθόλου σωστό! Και δεν υπάρχει και κάποιος να κάνει κάτι γι’ αυτό. Μου έτυχε να περπατάω σε μια διάβαση, να με παρενοχλούν λεκτικά και κανείς γύρω δεν αντέδρασε! Μπορεί να ήμουν κάτω από 18 ή πάνω από 18, αλλά δεν έχει σημασία. Πρέπει να μιλήσεις, κάτι να πεις! Πρέπει να νιώσει απειλούμενος αυτός που παρενοχλεί: να καταλάβει πως δεν μπορεί να το κάνει ελεύθερα! Αν μιλούσε κάποιος ενήλικας, εγώ, εκείνο το παιδί, θα ένιωθα προστατευμένη. Θα είχα μια ελπίδα πως αύριο μεθαύριο μπορεί να βρω κι άλλους τέτοιους ανθρώπους.

Ήμουν 14-15 όταν με ακούμπησαν. Είχα βγει με τις φίλες μου καλοκαιράκι στο Metro Mall και, όπως ανεβαίναμε τις κυλιόμενες σκάλες, νόμιζα πως ήταν η φίλη μου που με ακούμπησε από πίσω κατά λάθος. Γυρνάω και βλέπω έναν τελείως άγνωστο άνθρωπο! Έναν άντρα γύρω στα 40 που μου χαμογέλασε. Ένιωσα τρόμο. Ήθελα να βάλω τα κλάματα. Ποιος με ακούμπησε; Γιατί με ακούμπησε; Τι έκανα; Γιατί εμένα; Μήπως εγώ τον ακούμπησα κατά λάθος και τώρα νιώθω τύψεις; Σε φίλες μου έχουν συμβεί παρόμοια πράγματα. Άλλη φορά, γύριζα με τη μικρή μου αδελφή στο χέρι από το σχολείο και μου μίλησαν άσχημα στον δρόμο. Δεν έδωσα σημασία, αλλά όταν έφτασα στο σπίτι ήθελα να κλάψω… Να καταρρεύσω! Αλλά δεν το έκανα. Θέλω η αδελφή μου να μεγαλώσει δυναμικά. Όχι αύριο μεθαύριο να της μιλάνε άσχημα και να μην αντιδράσει. Πρέπει να αντιδράσει για να μπορέσει να τους κόψει τη φόρα!

Όταν είμαστε με τις φίλες μου και περπατάμε και κάνουμε την πλάκα μας έχει τύχει να περάσουν με αυτοκίνητο κάποιοι και να μας σφυρίζουν, να μας λένε να μπούμε μέσα στο αμάξι. Κι έχουμε αντιδράσει. Τους βρίσαμε και τους μιλήσαμε άσχημα. Αλλά αυτό δεν θα το έκανα μόνη μου. Γιατί… είμαι μόνη μου και δεν ξέρω τι με περιμένει εκείνη τη στιγμή ή μετά. Ναι, φοβάμαι. Δεν υπάρχει ώρα της ημέρας που να μη νιώθω απειλούμενη. Δεν υπερβάλλω! Αν από τα 13 σε είχαν ακουμπήσει, σου είχαν μιλήσει και παρενοχλήσει, τότε στα 18 σου δεν περιμένεις κάτι καλύτερο! Έχω περάσει τόσα, έχουν γίνει τόσα και υπήρξαν φορές που αναρωτήθηκα μήπως έχω κάνει εγώ κάτι λάθος. Και ρούχα φόρεσα πιο πολλά, και το μακιγιάζ περιόρισα, και άσχημα ντύθηκα να μη φαίνομαι όμορφη και περιποιημένη. Τίποτα δεν λειτούργησε: πάλι με πείραξαν. Δεν ξέρω… μήπως τελικά φταίει ο άλλος κι όχι εγώ;

ξέρω… μήπως τελικά φταίει ο άλλος κι όχι εγώ; Όχι, δεν το θεωρώ φλερτ. Πρέπει να υπάρχει ένα όριο στο φλερτ. Δεν γίνεται να ξεπερνάς τα όρια του άλλου για να περνάς εσύ καλά. Μπορεί να πει ο άλλος: «Ενήλικη είναι, πάνω από 18, μπορώ να τη φλερτάρω. Έχω τη συναίνεση». Όχι, δεν έχει καμία συναίνεση. Μέχρι να ενδιαφερθώ εγώ και να πω το ναι, δεν μπορεί να κάνει τίποτα παραπάνω!

Στο πανεπιστήμιο δεν συζητάμε με τους συμφοιτητές μου γι’ αυτά τα θέματα. Όταν όμως ήμουν στην Γ´ Λυκείου γενικά ασχολούμασταν με αυτά, επειδή ήταν μετά την πανδημία και ξεκίνησαν να ακούγονται όλες αυτές οι γυναικοκτονίες. Τότε στο σχολείο υπήρξαν αντιδράσεις τύπου: «Η γυναίκα φταίει που φοράει τέτοια», «οι γυναίκες φταίνε!». Πάντα κάτι έχουμε κάνει εμείς οι γυναίκες για να μας σκοτώνουν, να μας βιάζουν… για όλα! Εμένα δεν μου έχει τύχει να μου μιλήσει κάποιος της ηλικίας μου άσχημα, αλλά σίγουρα κάποιοι το κάνουν και δεν ξέρω αν υπάρχει τρόπος να αλλάξουμε τα μυαλά αυτών των παιδιών. Ήμασταν σαν χωρισμένοι σε δύο «στρατόπεδα»: αγόρια και κορίτσια. Υπήρχαν βέβαια και εξαιρέσεις: κάποια αγόρια στο δικό μας «στρατόπεδο» και κάποια κορίτσια στο άλλο. Και είναι άσχημο να βλέπεις άτομα του δικού σου φύλου –που μπορεί κάποια στιγμή να τους τύχουν αυτά– να συμφωνούν με το άλλο «στρατόπεδο» και να λένε: «Ναι, εμείς φταίμε!».

Οι καθηγητές, για τυπικούς λόγους, παίρνουν το μέρος των κοριτσιών. Αλλά δεν πιστεύω πως όλοι το εννοούν πραγματικά. Βέβαια, επειδή έχω συζητήσει με τις καθηγήτριές μου, οι περισσότερες έχουν μιλήσει μέσα από την καρδιά τους, με συμβάντα που έχουν συμβεί στις ίδιες και μου έχουν πει πως είναι με το δικό μας μέρος. Ότι δεν κάνουμε κάτι για να προκαλούμε τις κακοποιήσεις. Αλλά έχει τύχει να μιλήσω και με καθηγητές που διστάζουν λίγο να μιλήσουν παραπάνω, γιατί κατά βάθος θεωρούν πως έχουν και οι γυναίκες ευθύνη…

Μου έχει τύχει να ακούσω υποτιμητικά σχόλια για τις γυναίκες από φίλους μου αγόρια. Μου έχουν πει π.χ.: «Ξέρεις εσύ Μαθηματικά; Αφού είσαι κοπέλα. Πώς γίνεται αυτό;» ή «ξέρεις εσύ από υπολογιστές;». Εννοούν, πως τα κορίτσια είναι μόνο καλά στην Ιστορία, στα Αρχαία κ.λπ. και τα αγόρια καλύτερα στα Μαθηματικά, την Πληροφορική, τα Οικονομικά και μπορούν να ακολουθήσουν τραπεζικά επαγγέλματα και άλλα παρόμοια. Αλλά υποτίθεται πως αυτά τα σχόλια τα κάνουν για πλάκα… «Γελάμε τώρα… Μην το παίρνεις στα σοβαρά! Μια πλάκα κάνουμε». Εντάξει. Για να μην ακουστώ πολύ κακιά, εκείνη τη στιγμή το δέχομαι σαν αστείο αλλά από ένα σημείο και πέρα δεν είναι αστείο. Θα πρέπει να σοβαρευτούν και να καταλάβουν πως αυτό είναι η πραγματικότητά μας!

Όλα αυτά με αποθαρρύνουν από το να κάνω σχέση με αγόρι. Φοβάμαι μήπως αυτό που δείχνει δεν είναι αληθινό. Δεν μπορώ να εμπιστευθώ εύκολα τους άντρες, όσο κι αν το θέλω. Βλέπουμε στην τηλεόραση π.χ. να σκοτώνει ο άντρας τη γυναίκα μετά από τόσα χρόνια γάμου με αφορμή ένα ασήμαντο περιστατικό. Νιώθω εγκλωβισμένη και πως κανείς δεν δίνει πραγματικά σημασία. Όπως στο σχολείο: τα συζητάμε, λέμε πως όλα αυτά δεν είναι σωστά, αλλά δεν γίνεται κάτι παραπάνω. Την άλλη μέρα έχουν ξεχαστεί. Δεν νιώθεις πως ακούστηκες.»