Άρθρο

Η πρώτη θεραπεία. Άρχισε να φουσκώνεις το πουγκί σου.

 

Ο Αρκάντ απευθύνθηκε σ’ έναν σκεπτικό άντρα στη δεύτερη σειρά. «Καλέ μου φίλε, ποια είναι η τέχνη σου;»

«Είμαι γραφιάς» απάντησε εκείνος, «και χαράζω αρχεία σε πήλινες πλάκες».

«Απ’ αυτήν ακριβώς τη δουλειά κέρδισα τα πρώτα μου χάλκινα. Οπότε κι εσύ έχεις την ίδια ευκαιρία να κάνεις περιουσία».

Μετά μίλησε σ’ έναν ροδομάγουλο άντρα που καθόταν πιο πίσω. «Πες μου κι εσύ, σε παρακαλώ, πώς βγάζεις το ψωμί σου».

«Είμαι χασάπης», αποκρίθηκε ο άνθρωπος. «Αγοράζω τα κατσίκια που εκτρέφουν οι αγρότες, τα σφάζω και πουλάω το κρέας στις νοικοκυρές και το τομάρι στους σανδαλοποιούς».

«Αφού κι εσύ δουλεύεις και βγάζεις χρήματα, έχεις όλα τα προνόμια που είχα κι εγώ για να πετύχεις».

Έτσι σιγά σιγά ο Αρκάντ έμαθε τι δουλειά έκανε ο καθένας τους για να ζει. Όταν τους είχε ρωτήσει πια όλους, είπε:

«Είδατε, μαθητές μου, ότι υπάρχουν πολλά επαγγέλματα και πολλές τέχνες που μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι για να βγάζουν χρήματα. Κάθε τρόπος να κερδίζεις είναι ένα χρυσό ποτάμι, και κάθε δουλευτής στέλνει ένα κομμάτι απ’ αυτό στο πουγκί του. Έτσι προς το πουγκί του καθενός σας ρέει ένα ρυάκι από νομίσματα, μεγάλα ή μικρά, ανάλογα με την ικανότητά του. Έτσι δεν είναι;»

Όλοι συμφώνησαν αμέσως πως ήταν έτσι.

«Οπότε», συνέχισε ο Αρκάντ, «αν ο καθένας από εσάς επιθυμούσε να κάνει περιουσία, λογικό δεν θα ήταν να ξεκινούσε χρησιμοποιώντας την πηγή του πλούτου που ήδη γνωρίζει καλά;»

Και σ’ αυτό συμφώνησαν.

Τότε ο Αρκάντ στράφηκε σ’ έναν ταπεινό άνθρωπο, που του είχε πει ότι εμπορευόταν αυγά. «Αν πάρεις ένα από τα καλάθια σου και βάζεις μέσα κάθε πρωί δέκα αυγά και το βράδυ βγάζεις εννέα, τι θα γίνει στο τέλος;»

«Με τον καιρό θα ξεχειλίσει».

«Γιατί;»

«Γιατί κάθε μέρα θα βάζω ένα αυγό παραπάνω απ’ όσα θα βγάζω».

Ο Αρκάντ γύρισε στους μαθητές του χαμογελώντας. «Υπάρχει κάποιος εδώ που το πουγκί του είναι άδειο;»

Εκείνοι πρώτα έδειξαν να το βρίσκουν αστείο. Ύστερα γέλασαν. Και στο τέλος άρχισαν ν’ ανεμίζουν τα πουγκιά τους χωρατεύοντας.

«Ωραία» συνέχισε ο Αρκάντ. «Τώρα θα σας πω το πρώτο φάρμακο που έμαθα ότι θεραπεύει ένα άδειο πουγκί. Κάντε ακριβώς αυτό που πρότεινα στον αυγουλά. Για κάθε δέκα νομίσματα που βάζετε στο πουγκί σας να βγάζετε για ξόδεμα μόνο τα εννέα. Αμέσως το πουγκί σας θ’ αρχίσει να φουσκώνει, και όσο θα βαραίνει στο χέρι σας θα νιώθετε όμορφα και η ψυχή σας θ’ αγάλλεται.

»Μην κοροϊδέψετε αυτό που σας λέω επειδή σας φαίνεται απλό. Η αλήθεια είναι πάντα απλή. Σας είπα ότι θα σας πω πώς έφτιαξα την περιουσία μου. Έτσι ξεκίνησα. Κι εγώ είχα ένα άδειο πουγκί, και το καταριόμουν γιατί δεν είχε μέσα αρκετά ώστε να ικανοποιώ τις επιθυμίες μου. Όταν όμως άρχισα να βγάζω απ’ το πουγκί μου μόνο εννέα στα δέκα που έβαζα μέσα, άρχισε να φουσκώνει. Έτσι θα γίνει και με το δικό σας.

»Τώρα θα σας πω μια παράξενη αλήθεια, που δεν ξέρω γιατί συμβαίνει. Όταν σταμάτησα να ξοδεύω πάνω από τα εννέα δέκατα όσων κέρδιζα, κατάφερνα το ίδιο καλά να τα βγάζω πέρα. Κι ακόμα, προτού περάσει πολύς καιρός, αποκτούσα χρήματα πιο εύκολα από πριν. Σίγουρα είναι νόμος των θεών πως σ’ όποιον κρατά και δεν ξοδεύει ένα μέρος από τα έσοδά του το χρυσάφι έρχεται πιο εύκολα. Και πως το χρυσάφι αποφεύγει όποιον έχει άδειο πουγκί.

»Τι επιθυμείτε πιο πολύ; Να ικανοποιείτε τις καθημερινές σας επιθυμίες, ένα πετράδι, κάποια όμορφα αντικείμενα, καλύτερα ρούχα, περισσότερο φαΐ, αυτά δηλαδή που γρήγορα χάνονται και ξεχνιούνται; Ή θέλετε πράγματα με ουσία, όπως χρυσάφι, γη, κοπάδια, εμπορεύματα και επενδύσεις που αποφέρουν εισοδήματα; Τα νομίσματα που βγάζετε απ’ το πουγκί σας φέρνουν τα πρώτα. Τα νομίσματα που αφήνετε μέσα θα φέρουν αργότερα τα δεύτερα.

»Αυτή, μαθητές μου, ήταν η πρώτη θεραπεία που ανακάλυψα για το άδειο μου πουγκί: Από τα δέκα νομίσματα που βάζω μέσα, θα ξοδεύω μόνο τα εννέα. Κουβεντιάστε το μεταξύ σας. Αν κάποιος αποδείξει ότι δεν είναι αλήθεια, πείτε μου το αύριο που θα ξανασυναντηθούμε».

 

Η δεύτερη θεραπεία

Έλεγχε τα έξοδά σου

 

«Ορισμένοι από εσάς, μαθητές μου, με ρώτησαν: “Πώς μπορεί κάποιος να φυλάει στο πουγκί του το ένα δέκατο απ’ όσα βγάζει όταν όλα τα χρήματα που παίρνει δεν αρκούν για τα αναγκαία του έξοδα;”» Μ’ αυτά τα λόγια απευθύνθηκε ο Αρκάντ στους μαθητές του στην αρχή της δεύτερης μέρας.

«Πόσοι από εσάς είχαν χτες άδεια πουγκιά;»

«Όλοι μας» απάντησαν οι μαθητές.

«Κι όμως, δεν βγάζετε όλοι τα ίδια. Κάποιοι βγάζουν πολύ περισσότερα από άλλους. Κάποιοι έχουν να θρέψουν περισσότερα στόματα. Κι όμως, όλα τα πουγκιά ήταν εξίσου άδεια. Τώρα θα σας πω μια αλλόκοτη αλήθεια που ισχύει πάντα και για όλους τους ανθρώπους. Ιδού: αυτά που ο καθένας μας αποκαλεί “αναγκαία έξοδα” θ’ αυξάνονται διαρκώς ώστε να γίνονται ίσα με τα εισοδήματά μας, εκτός αν αποφασίσουμε το αντίθετο.

»Μην μπερδεύετε τα αναγκαία έξοδα με τις επιθυμίες σας. Ο καθένας σας, μαζί με την ωραία του οικογένεια, έχει πιο πολλές επιθυμίες απ’ όσες μπορούν να εκπληρώσουν τα έσοδά του. Έτσι ξοδεύετε όσα βγάζετε για να ικανοποιείτε αυτές τις επιθυμίες όσο μπορείτε. Και παρ’ όλα αυτά, πολλές επιθυμίες σας μένουν ανεκπλήρωτες.

»Όλοι οι άνθρωποι είναι φορτωμένοι με πιο πολλές επιθυμίες απ’ όσες μπορούν να ικανοποιήσουν. Νομίζετε πως εγώ, λόγω της περιουσίας μου, μπορώ να ικανοποιώ κάθε μου επιθυμία; Κάνετε λάθος. Υπάρχουν όρια στον χρόνο μου. Υπάρχουν όρια στις δυνάμεις μου. Υπάρχουν όρια στις αποστάσεις που μπορώ να ταξιδέψω. Υπάρχουν όρια σ’ όσα μπορώ να φάω. Υπάρχουν όρια στον ενθουσιασμό μου για όσα απολαμβάνω.

»Έχω να σας πω ότι όπως ακριβώς φυτρώνουν αγριόχορτα σ’ ένα χωράφι εκεί που ο αγρότης αφήνει χώρο για να ριζώσουν, το ίδιο ελεύθερα φυτρώνουν και μέσα στον άνθρωπο επιθυμίες όποτε υπάρχει πιθανότητα να εκπληρωθούν. Οι επιθυμίες σας είναι πολλές, κι αυτές που μπορείτε να ικανοποιήσετε ελάχιστες.

»Μελετήστε προσεκτικά τις παγιωμένες συνήθειες της ζωής σας. Ίσως σ’ αυτές να βρείτε κάποια έξοδα που έχετε αποδεχτεί, αλλά μπορούν με σύνεση να περιοριστούν ή να καταργηθούν. Ας είναι αρχή σας να ζητάτε για κάθε νόμισμα που ξοδεύετε το εκατό τοις εκατό της αξίας που προσδοκάτε.

»Χαράξτε, λοιπόν, σε πηλό το κάθε τι που θέλετε ν’ αγοράσετε. Διαλέξτε όσα είναι απαραίτητα και όσα άλλα γίνεται ν’ αποκτάτε ξοδεύοντας τα εννέα δέκατα απ’ όσα βγάζετε. Τα υπόλοιπα σβήστε τα, θεωρήστε τα απλώς ένα μέρος από την πληθώρα των επιθυμιών που αναγκαστικά δεν θα ικανοποιηθούν και μη στενοχωριέστε γι’ αυτά.

»Ύστερα προϋπολογίστε τα απαραίτητα έξοδά σας. Μην αγγίζετε το ένα δέκατο που φουσκώνει το πουγκί σας. Ας είναι αυτό η μεγάλη σας επιθυμία που πραγματοποιείται. Συνεργαστείτε με τον προϋπολογισμό σας, προσαρμόζετέ τον διαρκώς για να σας βοηθά. Κάντε τον το δεξί σας χέρι στην προσπάθειά σας να υπερασπιστείτε το πουγκί σας που φουσκώνει».

Τότε ένας από τους μαθητές, που φορούσε ένα χρυσοκόκκινο καφτάνι, σηκώθηκε και είπε: «Είμαι ελεύθερος άνθρωπος. Θεωρώ δικαίωμά μου ν’ απολαμβάνω τις ομορφιές της ζωής. Γι’ αυτό είμαι αντίθετος στη σκλαβιά ενός προϋπολογισμού που θα καθορίζει πόσα θα ξοδεύω και για ποιο λόγο. Πιστεύω πως θα στερούσε από τη ζωή μου πολλές χαρές και θα μ’ έκανε να νιώθω σαν το φορτωμένο γαϊδούρι».

Ο Αρκάντ τού αποκρίθηκε: «Ποιος, φίλε μου, θα καθόριζε τον προϋπολογισμό σου;»

«Εγώ ο ίδιος» απάντησε ο διαμαρτυρόμενος.

«Αν είναι έτσι, κι αν ένα γαϊδούρι μπορούσε να καθορίσει το φορτίο του, θα έβαζε μέσα πολύτιμα πετράδια, χαλιά και βαριές ράβδους χρυσού; Όχι βέβαια. Θα έβαζε μόνο άχυρο, στάρι κι ένα ασκί νερό για το ταξίδι στην έρημο.

»Σκοπός του προϋπολογισμού είναι να βοηθά το πουγκί σου να φουσκώσει. Είναι να βοηθά εσένα ν’ αγοράζεις ό,τι σου είναι απαραίτητο, κι όταν γίνεται να ικανοποιείς και τις άλλες σου επιθυμίες. Είναι να σου δώσει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσεις αυτά που λαχταράς πιο πολύ απ’ όλα, υπερασπίζοντάς τα από τις περιστασιακές σου επιθυμίες. Όπως το δυνατό φως μέσα στη σκοτεινή σπηλιά, ο προϋπολογισμός σού δείχνει τι στάζει έξω απ’ το πουγκί σου και σου επιτρέπει να σταματάς τις διαρροές και να ελέγχεις τα έξοδά σου, ώστε να πηγαίνουν για συγκεκριμένους σκοπούς που θα σε κάνουν να νιώθεις ευχαρίστηση.

»Αυτή, λοιπόν, είναι η δεύτερη θεραπεία για το άδειο πουγκί: Προϋπολόγισε τα έξοδά σου ώστε να έχεις χρήματα για να αγοράζεις τα απαραίτητα, να πληρώνεις για τις απολαύσεις σου και να ικανοποιείς τις σημαντικές σου επιθυμίες χωρίς να ξοδεύεις περισσότερα από τα εννέα δέκατα των εσόδων σου».

 

 

Το παραπάνω απόσπασμα είναι από το βιβλίο Ο Πλουσιότερος άνθρωπος στη Βαβυλώνα. Περισσότερα για το βιβλίο μπορείς να βρεις εδώ.

 

Αφήστε μια απάντηση