Άρθρο

Καρκίνος: ο μεγαλύτερος μαραθώνιος της ζωής μου

Η ιστορία της κορυφαίας Ελληνίδας μαραθωνοδρόμου Μαρία Πολύζου είναι η ιστορία μιας γυναίκας που δεν τα παράτησε ποτέ. Η Μαρία δεν τα παράτησε ούτε όταν ο καρκίνος της χτύπησε την πόρτα πριν από μερικά χρόνια. Έκανε χημειοθεραπείες με το χαμόγελο στα χείλη και αθλητικά παπούτσια στα πόδια, έτοιμη να κάνει ένα ακόμα βήμα.

Διαβάστε ένα απόσπασμα από το βιβλίο της με τίτλο «Μην τα παρατάς!» και την εποχή της μεγαλύτερης μάχης της ζωής της.

Μια εικόνα πολύ χαρακτηριστική για την περίοδο της αρρώστιας ήταν αυτή που έβλεπα από το παράθυρό μου. Στον ακάλυπτο υπάρχει ένα δεντράκι, μια ακακία. Έχω την αίσθηση ότι δεν υπήρχε πριν γεννηθεί η Αγάπη, οπότε πιστεύω ότι ήρθαν μαζί στον κόσμο, η ακακία και η κόρη μου.

Ήταν Νοέμβρης του 2019 και εγώ άνοιγα το παράθυρο συνέχεια, γιατί έσκαγα από τις εξάψεις που προκαλεί η χημειοθεραπεία. Κάποια μέρα άνοιξα την μπαλκονόπορτα στις 7 το πρωί. Φυσούσε αέρας. Και έπαιρνε τα μαλλιά της ακακίας, τα φύλλα της, όπως έπαιρνε και τα δικά μου. Είπα «όπως πέφτουν τα φύλλα, φεύγουν και τα μαλλιά μου. Θα πέσουν όσα πέσουν, αλλά μετά σιγά σιγά θα έρθει η άνοιξη και όλα θα ξαναφυτρώσουν». Γέλασα. Γιατί δεν είδα το σώμα μου όπως το ένιωθα, αλλά σαν να το παρατηρούσα απ’ έξω. Και γέλασα γιατί μου φάνηκε πολύ αστεία αυτή η ταύτιση με την ακακία. Λες και εγώ ήμουν κάτι σαν δέντρο – και εκείνη κάτι σαν γυναίκα. Αυτό που πίστευα όμως ήταν ξεκάθαρο: Ότι είμαι πολύ πιο πάνω, πολύ πιο δυνατή από αυτό που μου συνέβαινε. Θα τα ξανάφτιαχνα όλα. Κι ας ένιωθα το σώμα μου να εξαϋλώνεται από τα φάρμακα. Καιγόταν το σύμπαν μέσα μου, καιγόμουν κι εγώ απ’ έξω, έφευγαν τα μαλλιά μου, εγώ όμως επέμενα να λέω ότι απλώς φεύγουν στρώσεις από πάνω μου και από αυτό που θα μείνει στο τέλος, από τον πυρήνα, θα ξαναγεννηθεί ολόκληρος ο οργανισμός. Η ψυχή μου, εγώ, θα μείνω.

Και έτσι έγινε. Κάθε μέρα μου τώρα, όντως, τη χαίρομαι περισσότερο. Έκανα μπάνιο τις προάλλες και ασυναίσθητα έπιασα τα μαλλιά μου. Και ήταν τόσο ανακουφιστική η αίσθηση ότι έπιανα τα μαλλιά μου. Πλούσια, πυκνά, υγιή – τα δικά μου μαλλιά.

Μόλις βγήκα από το Metropolitan στο φως της μέρας, στον αέρα της πραγματικότητας και όχι πια του νοσοκομείου, φόρεσα στον λαιμό μου ένα λεπτό αλυσιδάκι. Με τη λέξη «Νενικήκαμεν» γραμμένη με χρυσά καλλιγραφικά γράμματα. Το είχα παραγγείλει σε έναν από τους δρομείς της ομάδας μου, τον Τάσο, ο οποίος ήταν κοσμηματοποιός.

Γιατί πάλεψα και γιατί εξακολουθώ να παλεύω; Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι ως πρωταθλήτρια δεν έχω μάθει να κάνω κάτι άλλο. Ή, να υποθέσει κανείς πως φοβήθηκα την ήττα. Μόνο που για μένα, απλώς, δεν υπήρχε ήττα. Στο μυαλό μου υπήρχε μόνο νίκη. Το είχα δει όλο το έργο, τελειωμένο. Ούτε για ένα λεπτό δεν πέρασε από το μυαλό μου ότι δεν θα καταφέρω να νικήσω τον καρκίνο. Απεναντίας, μου φαινόταν αστείο το να μην τα καταφέρω. Την επόμενη ημέρα από κάθε χημειοθεραπεία αναρωτιόμουν αν πονούσα στ’ αλήθεια τόσο πολύ ή μου φαινόταν πως πονούσα επειδή είχα ακούσει τόσα πολλά. Παρακολουθούσα το σώμα μου. Είχα μια δυσφορία, είχα τους πόνους, τα καψίματα στις φλέβες – ακόμη νιώθω πως με πονάνε. Αλλά, μπροστά στην προοπτική της επόμενης ημέρας όλα αυτά είναι πταίσματα.

Η κούραση σε ρίχνει κάτω όταν κάθεσαι και σκέφτεσαι όλα όσα έχεις περάσει. Μόνο τότε. Συχνά μου κάνουν τη –φυσιολογική– ερώτηση εάν σε κάποια στιγμή ένιωσα πως ήθελα να τα παρατήσω. Σε καμία. Γινόμουν όλο και πιο δυνατή. Κι εγώ η ίδια απορούσα με τον εαυτό μου το πόσο χαρούμενη ήμουν και πόσο καλά ένιωθα μέσα μου. Σαν από το ένα χέρι να μου έβαζαν τα φάρμακα της χημειοθεραπείας και από το άλλο ο Θεός να μου χορηγούσε ενδορφίνες για να είμαι μέσα στην τρελή χαρά. Ήμουν λες και είχα ντοπαριστεί.

Στην επίσης φυσιολογική και εύλογη ερώτηση, μετά από όλα αυτά που έχω κάνει, μαραθώνιους, τον Φειδιππίδειο κ.λπ., ποια θέση έχει ο καρκίνος, θα απαντούσα χωρίς δεύτερη σκέψη πως ήταν μακράν ο μεγαλύτερος μαραθώνιος. Ο αγώνας που έδωσα με την αρρώστια δεν συγκρίνεται με τίποτα και με καμία προηγούμενη προσπάθεια – παρ’ όλο που κάθε φορά τα έδινα όλα. Διότι ήξερα ότι με τον καρκίνο δεν μπορείς να λυγίσεις, με τίποτα. Η ανάγκη να ζήσω –και όχι απλώς να ζήσω, αλλά να ζήσω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο– με έσπρωχνε διαρκώς. Να φτάσω στο τέρμα και να βγω νικήτρια, αλλά με τον δικό μου τρόπο. Και ο δικός μου τρόπος ήταν κάθε μέρα να μπορώ να είμαι ευτυχισμένη μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση, ακόμα και μέσα στον καρκίνο.

Γελούσα πάρα πολύ, γιατί θυμόμουν τον Φειδιππίδειο. Και έλεγα «άντε, ακόμη 200 χιλιόμετρα μένουν και τερματίζεις. Όλα καλά πάνε. Κι αν σου ’ρχεται να κάνεις εμετό, δεν έγινε και τίποτα. Πες ότι έφαγες κάτι και σε πείραξε».

Στις 10 Απριλίου του 2020 έκανα την τελευταία ακτινοβολία. Επισήμως, είχα φτάσει στο τέρμα της θεραπείας. Ήταν η Παγκόσμια Ημέρα Μαραθωνίου Δρόμου – εντελώς κατά σύμπτωση. Αλλά κοίταξα καλύτερα το ημερολόγιό μου. Και ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι ο αγώνας μου ενάντια στον καρκίνο κράτησε 42 εβδομάδες. «Αποκλείεται» σκέφτηκα. «Ή έχω κάνει λάθος υπολογισμό, ή κάποιος μου κάνει πλάκα». Ο μαραθώνιος, ο καρκίνος, ο αριθμός 42. Η ζωή μου.

 

Περισσότερα για το βιβλίο της Μαρίας Πολύζου με τίτλο Μην τα παρατάς  θα βρείτε εδώ.

Αφήστε μια απάντηση