Άρθρο, Βιβλιοπαρουσίαση

Εσύ, για ποιο πράγμα νιώθεις ευγνώμων;

Ο ινδουιστής μοναχός Gaur Gopal Das μάς οδηγεί μέσα από τα «Υπέροχα Μυστικά της Ζωής» σε ένα αξέχαστο ταξίδι αυτογνωσίας, βοηθώντας μας να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της ζωής

Πόσα εντυπωσιακά πράγματα μπορούν να συμβούν κατά τη διάρκεια ενός μποτιλιαρίσματος; Όχι πολλά, όμως για τον αγαπημένο ινδουιστή μοναχό Gaur Gopal Das τα πάντα είναι δυνατά: Στο βιβλίο του Τα υπέροχα μυστικά της ζωής, ο Gaur Gopal Das εκμεταλλεύεται τον χρόνο που του δίνει η κίνηση της Βομβάης για να συζητήσει με τον εκατομμυριούχο νεαρό φίλο του σχετικά με τα μεγάλα ζητήματα της ύπαρξης. Ανάμεσα σε όλα αυτά, οι δύο φίλοι ανακαλύπτουν τα υπέροχα μυστικά της ζωής, κάνοντας ένα αξέχαστο ταξίδι αυτογνωσίας.

Ο Das τα τελευταία χρόνια μοιράζεται τη σοφία του με εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως, μέσα από τα social media και τις ομιλίες του. Τo βιβλίο του Τα υπέροχα μυστικά της ζωής που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά, θα σας εμπνεύσει να ευθυγραμμίσετε τη ζωή με τα όνειρά σας.

Ας διαβάσουμε ένα ενδεικτικό απόσπασμα του βιβλίου, που μόλις κυκλοφόρησε!

Πατήστε παύση

Ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν είπε: «Εκεί που οι λέξεις δεν αρκούν μιλά η μουσική». Αλλά αυτό ισχύει μόνο αν φροντίσεις να βρεις χρόνο για ν’ ακούσεις. Πριν από περισσότερα από δέκα χρόνια, δημοσιεύτηκε ένα σύντομο, ταπεινό άρθρο σε μία  από τις μεγαλύτερες εφημερίδες της Αμερικής, την Washington Post. Η εφημερίδα αυτή είναι γνωστή για την κάλυψη του πολιτικού σκηνικού της χώρας, αλλά αυτό το άρθρο ήταν διαφορετικό. Αφορούσε ένα κοινωνικό πείραμα που φώτιζε κάποιες σκληρές αλήθειες για την κοινωνία στην οποία ζούμε.

Οι περισσότεροι από τους γραφειοκράτες μεσαίου επιπέδου αποβιβάζονται στον σταθμό Λ’ Ανφάντ Πλάζα, ο οποίος βρίσκεται στην καρδιά της Ουάσιγκτον. Την Παρασκευή 12 Ιανουαρίου του 2007, καθώς οι άνθρωποι έπιναν τον καφέ τους και καταβρόχθιζαν ντόνατ βιαστικά, πηγαίνοντας με γοργό ρυθμό προς τη δουλειά τους, ένας άντρας που φορούσε τζιν παντελόνι και ένα μπλουζάκι στεκόταν απαρατήρητος δίπλα σε έναν κάδο σκουπιδιών μέσα στον σταθμό και έπαιζε βιολί. Σε μια πόλη σαν τη Βομβάη, το να παίζει κανείς μουσική στον δρόμο δεν θεωρείται ιδιαίτερα αξιοπρεπές. Αλλά στις Ηνωμένες Πολιτείες τα πράγματα είναι διαφορετικά. Οι μουσικοί του δρόμου δεν ανήκουν στην αριστοκρατία, αλλά δεν θεωρούνται και πένητες. Θεωρούνται απλώς καλλιτέχνες του δρόμου, οι οποίοι κάποιες φορές τραβούν την προσοχή αρκετών ανθρώπων, αλλά και την προσοχή των μέσων.

Αν δείτε κάποιον να παίζει μουσική σε έναν δημόσιο χώρο, σταματάτε να τον ακούσετε; Του αφήνετε μερικά ψιλά σαν ένδειξη καλοσύνης; Ή τον προσπερνάτε βιαστικά, γεμάτοι τύψεις για την έλλειψη χρόνου σας; Εκείνο το χειμωνιάτικο πρωινό η Washington Post έκανε ένα πείραμα για να δει αν οι άνθρωποι θα σταματούσαν για να ακούσουν έναν από τους κορυφαίους μουσικούς κλασικής μουσικής στον κόσμο, ο οποίος θα έπαιζε την πιο εκλεπτυσμένη μουσική που γράφτηκε ποτέ, με ένα από τα ακριβότερα βιολιά που κατασκευάστηκαν ποτέ. Θα αποδέχονταν οι περαστικοί ένα εισιτήριο στην πρώτη σειρά για να ακούσουν αυτή τη μουσική ιδιοφυΐα ή θα πετούσαν την ευκαιρία στα σκουπίδια, κατευθυνόμενοι βιαστικά προς το Κάπιτολ Χιλ;

Ο καλλιτέχνης ήταν ο διεθνούς φήμης βιολονίστας Τζόσουα Μπελ. Ο τριάντα εννέα ετών τότε Μπελ είχε ανταλλάξει την αίθουσα συναυλιών με το υπόγειο του μετρό, και το κοινό που τον λάτρευε με εκείνο που μπορεί να τον αγνοούσε. Λίγες μέρες πριν από το πείραμα, ο Μπελ είχε γεμίσει το επιβλητικό Symphony Hall της Βοστόνης όπου το μέσο εισιτήριο κοστίζει 100 δολάρια. Επρόκειτο για ένα τεστ σχετικά με τον ρόλο του ευρύτερου πλαισίου, την ικανότητα αντίληψης και τις προτεραιότητες που θέτουμε. Θα έκαναν οι άνθρωποι μια παύση για να εκτιμήσουν την ομορφιά που βρίσκεται μπροστά στα μάτια τους;

Ο Μπελ ήταν ένα παιδί-θαύμα. Οι γονείς του, οι οποίοι ήταν και οι δύο ψυχολόγοι, αποφάσισαν να τον πάνε να μάθει και επίσημα μουσική όταν παρατήρησαν ότι ο τεσσάρων ετών γιος τους έπαιζε μουσική με κάτι λαστιχάκια – τα τέντωνε, ανοιγοκλείνοντάς τα στα ντουλάπια για να πετύχει διαφορετικό τόνο. Η φήμη του μεγάλωσε όταν ήταν έφηβος. Σε μια συνέντευξη σε ένα περιοδικό έγραφαν για εκείνον: «Αυτό που κάνει είναι σαν να λέει στους ανθρώπους γιατί αξίζει να ζει κανείς». Θα του έλεγαν όμως οι άνθρωπο στον σταθμό του μετρό το ίδιο πράγμα; Θα αναγνώριζαν αυτή τη μεταμφιεσμένη ιδιοφυΐα που θα έπαιζε αριστουργήματα αριστοτεχνικά, σε ένα βιολί αξίας 3,5 εκατομμυρίων δολαρίων;

Τι πιστεύετε λοιπόν; Μια δωρεάν συναυλία από έναν από τους κορυφαίους μουσικούς στον κόσμο! Θα περίμενε κανείς να μαζευτεί γύρω του ένα ολόκληρο πλήθος από περαστικούς. Και συνέβη το αντίθετο.

Τρία λεπτά από τη στιγμή που ξεκίνησε να παίζει, μια μεσήλικη γυναίκα έριξε στον Τζόσουα μια ματιά για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου, αλλά συνέχισε τον δρόμο της. Τριάντα δευτερόλεπτα αργότερα, μια γυναίκα έριξε ένα δολάριο και συνέχισε και εκείνη βιαστικά τον δρόμο της. Έξι λεπτά αργότερα, ένας μόνο ακούμπησε στον τοίχο και κάθισε να ακούσει. Τα στατιστικά ήταν απογοητευτικά. Στα σαράντα πέντε λεπτά που ο Τζόσουα Μπελ έπαιξε μουσική, επτά άνθρωποι σταμάτησαν και κοντοστάθηκαν για τουλάχιστον ένα λεπτό, είκοσι επτά άτομα έριξαν χρήματα που αθροιστικά έφτασαν το αστρονομικό ποσό των 32 δολαρίων. Και 1.070 άνθρωποι δεν πρόσεξαν καν το θαύμα που στεκόταν μερικά μόνο μέτρα μακριά τους.

Η Washington Post κατέγραψε κρυφά ολόκληρη την παράσταση του Μπελ, δημιουργώντας ένα βίντεο σε μορφή time-lapse που έδειχνε τι συνέβη ή, σε αυτή την περίπτωση, τι δεν συνέβη. «Ακόμα και σε αυτό τον γρήγορο ρυθμό, ωστόσο, οι κινήσεις του βιολονίστα διατηρούν τη ροή και τη χάρη τους. Ο καλλιτέχνης φαίνεται τόσο μακριά από το ακροατήριό του -αόρατος, αθόρυβος, απόκοσμος-, τόσο που πιάνεις τον εαυτό σου να σκέφτεται ότι στην πραγματικότητα δεν βρίσκεται εκεί. Είναι ένα φάντασμα. Και μόνο τότε το καταλαβαίνεις: εκείνος είναι ο αληθινός. Και οι περαστικοί είναι τα φαντάσματα» σημείωνε το άρθρο.

Μπορούμε να χαρακτηρίσουμε μη καλλιεργημένους τους χιλιάδες ανθρώπους που αγνόησαν τον Μπελ; Όχι απαραίτητα. Ο Γερμανός φιλόσοφος Ιμάνουελ Καντ είχε πει ότι παίζει ρόλο και το ευρύτερο πλαίσιο μιας κατάστασης. «Η ικανότητα ενός ανθρώπου να εκτιμά την ομορφιά σχετίζεται με την ικανότητά του να κάνει ηθικές εκτιμήσεις» ανέφερε. Αλλά για να γίνει αυτό, οι «συνθήκες θέασης πρέπει να είναι ιδανικές». Η τέχνη σε μια γκαλερί και η τέχνη σε μια καφετέρια αντιμετωπίζονται διαφορετικά. Στην καφετέρια η τέχνη μπορεί να είναι πιο ακριβή και μεγαλύτερης αξίας, αλλά δεν υπάρχει λόγος να την προσέξει κανείς καθώς όλοι απολαμβάνουν διάφορα είδη μοκατσίνο. Στις περισσότερες γκαλερί έχουν δημιουργηθεί οι «ιδανικές» συνθήκες για να θαυμάσει κανείς την ομορφιά. Ο φωτισμός πέφτει στο σωστό σημείο, υπάρχει αρκετός χώρος μεταξύ του έργου τέχνης και του θεατή, υπάρχει μια περιγραφή του έργου κ.λπ. Κατά έναν περίεργο τρόπο, πολλοί βρίσκουν συνηθισμένα αντικείμενα που είχαν χάσει στην γκαλερί να τα φωτογραφίζουν κάποιοι, νομίζοντας ότι είναι εκθέματα! Το ευρύτερο πλαίσιο επηρεάζει την οπτική μας. Συνεπώς, δεν μπορούμε να κρίνουμε την ικανότητα των ανθρώπων να εκτιμούν την ομορφιά επειδή ο Μπελ όντως έμοιαζε με έναν αδιάφορο βιολιστή. Ωστόσο, τι λέει αυτό για την ικανότητά μας να εκτιμούμε τη ζωή;

Έχω καταλάβει ότι, ως λαός, με τον καιρό γινόμαστε ολοένα και πιο πολυάσχολοι. Έχουμε την τάση να αποκλείουμε κομμάτια της ζωής μας που δεν σχετίζονται απευθείας με τη σκληρή δουλειά και τη συγκέντρωση πλούτου. Η δομή του σύγχρονου κόσμου είναι τέτοια που έχουμε λιγότερο χρόνο για να κάνουμε μια παύση και να εκτιμήσουμε την ομορφιά. Με τη σκέψη στις δουλειές τους, στρεσαρισμένοι, κοιτώντας ευθεία μπροστά τους τον Τζόσουα Μπελ, οι άνθρωποι έχουν την ικανότητα να κατανοήσουν την ομορφιά, αλλά φαίνεται άσχετη με τη ζωή τους, οπότε επιλέγουν να μην το κάνουν.

Αν δεν μπορούμε να αφιερώσουμε μια στιγμή για να ακούσουμε την όμορφη αυτή μουσική που παίζει ένας από τους καλύτερους μουσικούς στον πλανήτη, αν η ροή της σύγχρονης ζωής μάς καταπιέζει τόσο που να μην μπορούμε να ακούσουμε και να δούμε αυτό το θέαμα, τι άλλο χάνουμε;

Προτεραιότητες και εξάσκηση ευγνωμοσύνης

Όπως είναι φυσικό, το Σι Φέις προσελκύει πολλά είδη ανθρώπων. Τουρίστες που τραβούν φωτογραφίες (με μόνο εμπόδιο προς τον ορίζοντα τη γέφυρα Μπάντρα-Ουόρλι Σι Λινκ), οικογένειες που κάνουν τη βόλτα τους, ζευγάρια που περπατούν χέρι χέρι και δρομείς που κάνουν αυτό που ξέρουν να κάνουν καλύτερα. Ο δρόμος είχε γίνει και πάλι χώρος στάθμευσης. «Τον βλέπεις αυτόν εκεί;», έδειξα έναν άντρα που έμοιαζε είκοσι πέντε ετών και έκανε γυμναστική στο πεζοδρόμιο. «Αυτό το σώμα δεν είναι αποτέλεσμα τύχης. Πρέπει να ασκείσαι χρόνια για να το αποκτήσεις. Χρειάζονται χρόνια δουλειάς μέχρι αργά το βράδυ για να το πετύχεις εν μία νυκτί». Οι μύες του ήταν σαν λαξευμένοι, το μπράτσο του ήταν μεγαλύτερο από το πόδι ενός μέσου ανθρώπου. Ο Χάρι έσφιξε το αριστερό του μπράτσο και αξιολόγησε οπτικά τους δικεφάλους του. Γέλασε συνειδητοποιώντας πόσο αδύναμος ήταν μυϊκά σε σχέση με τον Ηρακλή που τώρα έκανε κάμψεις στην παραλία.

«Με τον ίδιο τρόπο πρέπει να εκπαιδεύουμε και τον μυ του μυαλού. Για κάποιους, το αίσθημα της ευγνωμοσύνης βγαίνει φυσικά, για άλλους αποτελεί συνειδητή προτεραιότητα. Αλλά, όπως κάθε μυς, χρειάζεται εξάσκηση για να μην ατονήσει. Όταν εξασκηθούμε πάρα πολύ, δεν χρειάζεται πλέον να εξασκούμε συνειδητά την ευγνωμοσύνη, ζούμε με το αίσθημα της ευγνωμοσύνης. Και αυτή η χαρά είναι μοναδική, δεν χάνουμε ποτέ στιγμές όπως αυτή με τον Τζόσουα Μπελ!»

«Και πώς θα φτάσω σε αυτό το επίπεδο;» ρώτησε ανυπόμονα ο Χάρι.
«Υπάρχει ένα πράγμα που μπορεί να κάνει κανείς και το οποίο στηρίζεται σε δεδομένα. Το μόνο τίμημα είναι η δέσμευση και η συνέπεια. Η τεχνική αυτή είναι η τήρηση ενός καθημερινού ημερολογίου ευγνωμοσύνης, το οποίο βασίζεται στις τρεις αρχές της ευγνωμοσύνης: αναγνωρίζω, θυμάμαι και ανταποδίδω».
«Απίστευτο, σε ευχαριστώ. Για πες μου κι άλλα γι’ αυτό!» πετάχτηκε ο Χάρι.
«Αυτές οι δύο λέξεις ακριβώς, το “σε” και “ευχαριστώ”, έχουν τόση δύναμη, αλλά χρησιμοποιούνται χωρίς να τις κατανοούμε. Θα σου εξηγήσω τι εννοώ» είπα. «Πρέπει πρώτα να αναγνωρίζουμε τι καλό μάς έχει συμβεί για να πούμε ευχαριστώ.

Αυτό γίνεται εύκολα επί τόπου, όπως, για παράδειγμα, όταν κάποιος μας κρατά την πόρτα ή μας κερνά ένα ζεστό ρόφημα. Το επόμενο στάδιο είναι να θυμόμαστε τι έχουν κάνει οι άλλοι για εμάς ώστε να εννοούμε πραγματικά αυτό το “ευχαριστώ”. Ο αναστοχασμός είναι μακράν η καλύτερη μέθοδος για την καλλιέργεια του αισθήματος της ευγνωμοσύνης. Το να περνούμε χρόνο σιωπηλοί με τον εαυτό μας, χωρίς διάφορες ηλεκτρονικές συσκευές να μας αποπροσανατολίζουν, και το να σκεφτόμαστε ποιος μας έχει βοηθήσει είναι ένας τρόπος να εσωτερικεύσουμε την ευγνωμοσύνη μας».

Ο Χάρι βούρκωσε και κούνησε το κεφάλι του σαν να σκεφτόταν κάποιον εκείνη τη στιγμή. «Και τέλος, πρέπει να ανταποδίδουμε. Πρέπει να το βιώνουμε το ευχαριστώ. Το να το λέμε και να το εννοούμε περνά στο επόμενο επίπεδο μέσα από τις πράξεις μας. Πέρα από τα λόγια και τα συναισθήματα, το να ανταποδίδουμε πραγματικά είναι η βάση μιας ζωής διαρκούς ευγνωμοσύνης. Εσύ για ποιο πράγμα νιώθεις ευγνώμων;» «Μάλλον γι’ αυτό το μποτιλιάρισμα, που μου έδωσε την ευκαιρία να περάσω χρόνο μαζί σου»!

Μάθετε περισσότερα για τα Υπέροχα μυστικά της ζωής του Gaur Gopal Das, κάνοντας click εδώ.

Αφήστε μια απάντηση