Άρθρο, Βιβλιοπαρουσίαση

Θα χρειάζεται να εργάζομαι το 2049;

Αν πιστεύεις ότι το μέλλον είναι αβέβαιο, τότε αυτό είναι το ιδανικό βιβλίο για σένα.

Από τους έξυπνους οικιακούς βοηθούς και τις ιπτάμενες μετακινήσεις ως τις καθηλωτικές εμπειρίες ψυχαγωγίας και τους αισθητήρες μακροβιότητας, δύο κορυφαίοι ειδικοί στην πρόγνωση των τεχνολογικών τάσεων διεθνώς, o Δημήτρης Δημητριάδης και Γιάννης Σκορδάς, ερμηνεύουν πώς τα πρόσφατα ανθρώπινα επιτεύγματα, περνώντας στη διάθεση των πολλών, θα αλλάξουν τον κόσμο μας προς το καλύτερο. Στο 2049, εξετάζουν τον τομέα της εργασίας και πώς πρόκειται να αλλάξει μέσα στα επόμενα 30 χρόνια.

 

Διαβάστε ένα απόσπασμα παρακάτω:

 

Η εργασία είναι από εκείνους τους τομείς της ζωής μας που επαναπροσδιορίστηκαν σε τεράστιο βαθμό λόγω της πανδημίας COVID-19. Η τηλεργασία μπήκε στο λεξιλόγιο και την καθημερινότητα πολύ μεγάλου μέρους του πληθυσμού, ειδικά όσων έκαναν δουλειά γραφείου, οι οποίοι πλέον μπορούν να εργάζονται από οπουδήποτε. Φυσικά, υπάρχουν ακόμα επαγγέλματα, όπως είναι οι εργαζόμενοι πρώτης γραμμής στην υγειονομική περίθαλψη, στο λιανικό εμπόριο, στις μεταφορές ή στη διδασκαλία, για τους οποίους οι συνθήκες παρέμειναν εν πολλοίς αμετάβλητες. Ωστόσο, είναι απίθανο να μείνουν εντελώς ανεπηρέαστοι από άλλες τάσεις που αφορούν τον τομέα της εργασίας, καθώς η τεχνολογία ανοίγει ευκαιρίες για νέους τρόπους εργασίας και συνεχίζει να επαναπροσδιορίζει τη σχέση μεταξύ των εργοδοτών, των εργαζομένων και των χώρων εργασίας.

 

Οι ισχυρότερες τάσεις που θα συνδιαμορφώσουν το μέλλον της εργασίας και του εργασιακού περιβάλλοντος είναι τρεις: το μοντέλο υβριδικής εργασίας, η αύξηση του εργατικού δυναμικού γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη και η στελέχωση με βάση την ανθεκτικότητα. Η ανάλυση αυτών των τάσεων είναι θεμελιώδης προκειμένου να αντιληφθούμε καλύτερα τον τρόπο με τον οποίο θα επηρεάσουν το πώς θα δουλεύουμε την επόμενη μέρα.

 

Τα νέα business models

Μεγάλο ρόλο στο μέλλον της εργασίας θα παίξει η φύση των εταιρειών και οι καινοτόμοι τρόποι με τους οποίους αυτές σχεδιάζουν να παράγουν κέρδος. Παραδοσιακά, η καινοτομία ήταν συνδεδεμένη με την ανακάλυψη νέων, ριζοσπαστικών τεχνολογιών ή με τη δημιουργία νέων προϊόντων και υπηρεσιών. Ωστόσο, αυτός ο ορισμός δεν περιλαμβάνει ένα από τα πιο επιδραστικά είδη καινοτομίας που συμβαίνουν σήμερα: τη δημιουργία νέων επιχειρηματικών μοντέλων (business models).

 

Ένα business model αφορά τα συστήματα και τις διαδικασίες που χρησιμοποιεί μια εταιρεία προκειμένου να δημιουργήσει αξία. Ιστορικά, αυτά τα μοντέλα ήταν σταθερά και κυριαρχούνταν από λίγες ιδέες, οι οποίες αναβαθμίζονταν μέσα από κάποιες μικρές αλλαγές και βελτιώσεις. Στη δεκαετία του 1920 εμφανίστηκαν τα μοντέλα bait and hook (δόλωμα και αγκίστρι), οι επιχειρήσεις δηλαδή προσέφεραν ένα προϊόν δωρεάν ή πολύ φθηνά, ούτως ώστε να δελεάσουν τους πιθανούς πελάτες, από τους οποίους έβγαζαν κέρδος πουλώντας τους συμπληρωματικά προϊόντα. Αργότερα, στα 50s, επικράτησε το επιχειρηματικό μοντέλο του franchise, μια καινοτομία που εισήχθη από τα McDonalds, μια εταιρεία fast food που εξελίχθηκε σε διαχειριστή ακινήτων. Έπειτα, στη διάρκεια των 60s παρατηρούμε την άνθηση των υπεραγορών τύπου Walmart, όπου οι οικογένειες –κυρίως– έκαναν μαζικά τα ψώνια τους.

 

Και τέλος, η μεγαλύτερη επανάσταση ως τώρα ξεκίνησε την περίοδο των 90s με το ίντερνετ, το οποίο προκάλεσε ραγδαία ανάπτυξη σε ό,τι αφορά τον ψηφιακό κόσμο, ενώ είδαμε παραδοσιακούς γίγαντες όπως τα σουπερμάρκετ και το λιανικό εμπόριο να μετασχηματίζονται από το e-commerce. Σε λιγότερο από δύο δεκαετίες, είδαμε τα network effects να γεννούν νέες πλατφόρμες σε χρόνο ρεκόρ, το bitcoin να υπονομεύει τα υπάρχοντα οικονομικά μοντέλα των «έμπιστων third parties» και το crowdfunding και τα ICO (Initial Coin Offerings) να ανατρέπουν τους παραδοσιακούς τρόπους άντλησης κεφαλαίων. Τι μοιράζονται όλα αυτά τα νέα μοντέλα; Μειώνοντας σημαντικά την απόσταση μεταξύ του «έχω μια καλή ιδέα» και του «διαχειρίζομαι μια επιχείρηση δισεκατομμυρίων δολαρίων», αυτά τα μοντέλα είναι κάτι περισσότερο από μια αναβάθμιση των συστημάτων και των διαδικασιών μας, στην πραγματικότητα είναι μια άλλη δύναμη επιτάχυνσης. Ας δούμε τα business models στα οποία έχει εστιάσει ο Πίτερ Διαμαντής, που μπορεί να ορίζουν τα είδη των επιχειρήσεων που θα υπάρχουν στο μέλλον. Καθένα από αυτά είναι ένας επαναστατικός τρόπος δημιουργίας αξίας, καθώς και παράγοντας επιτάχυνσης.

 

Τελικά, τι είδους δουλειές θα κάνουν οι άνθρωποι το 2049;

Όταν έχουμε να διαχειριστούμε τόσο μεγάλες αλλαγές, ο μόνος τρόπος για να καταφέρει να συμβαδίσει η ανθρωπότητα με αυτές είναι κάνοντας upskilling και reskilling. Δηλαδή, προσπαθώντας είτε να αναβαθμίσει τη φαρέτρα των δεξιοτήτων των ατόμων είτε να την ανανεώσει, προσθέτοντας νέα όπλα και πιθανώς αφήνοντας πίσω αυτά που κάποτε ήταν χρήσιμα. Φανταστείτε ότι, πριν μερικά χρόνια, κάποιος που σπούδαζε κάτι ή μάθαινε μια δουλειά μπορεί να έκανε για πάντα το ίδιο.

 

Τώρα ανά πέντε με δέκα χρόνια, τείνοντας μάλλον προς τα πέντε, πρέπει κανείς να επανεφεύρει τον εαυτό του, είτε βελτιώνοντας τις δεξιότητές του είτε μαθαίνοντας κάτι καινούριο. Για παράδειγμα, ένας οικονομολόγος που έκανε λογιστικά βιβλία θα μάθει τώρα για το blockchain και σε λίγα χρόνια θα πρέπει να γράφει και smart contracts, με τον ίδιο τρόπο που τώρα κανείς μπαίνει στο Excel και κάνει ένα λογιστικό φύλλο με μακροεντολές ή οπτικοποίηση δεδομένων στο Tableau. Αυτό είναι upskilling.

 

Υπάρχει, όμως, και το reskilling. Έχουμε ανθρώπους που βρίσκονται στα τελευταία τους επαγγελματικά χρόνια και η δουλειά τους αυτοματοποιείται. Θα βάλουμε αυτούς τους ανθρώπους στην άκρη, δίνοντάς τους tokens από το παγκόσμιο εισόδημα; Όχι, διότι αυτό είναι κάτι που θα επιφέρει φτωχοποίηση και τεχνολογικά απαρτχάιντ. Πρέπει να τους δώσουμε μια άλλη δεξιότητα, ώστε να είναι χρήσιμοι. Πρέπει να επανεκπαιδευτούν, ώστε να τοποθετηθούν με καινούρια εφόδια στη νέα εποχή. Για παράδειγμα, ένας οδηγός λεωφορείου με μεγάλη εμπειρία από τους δρόμους θα μπορούσε να συμμετάσχει σε μια ομάδα που θα κάνει bias check σε ένα αυτόνομο λεωφορείο, δίνοντας πληροφορίες στον αλγόριθμο που το οδηγεί, χαρακτηρίζοντας αυτές τις εικόνες από το όχημα.
Ένα αντικειμενικό πρόβλημα, στην περίπτωση που κάποιος βρίσκεται στα τελευταία επαγγελματικά χρόνια, είναι να μην έχει καλλιεργήσει τεχνολογική αντίληψη. Πράγματι, δεν μπορούμε να πάμε από τον ψηφιακό αναλφαβητισμό στο upskilling. Από την άλλη, το leapfrogging, το άλμα δηλαδή από μια πρότερη κατάσταση σε μια μεταγενέστερη, παραλείποντας ενδιάμεσα στάδια, έχει δείξει ότι μπορεί να δουλέψει. Δεν χρειάζεται να μάθουμε σε κάποιον πώς να στέλνει φαξ, πριν του δείξουμε πώς να στείλει ένα email. Μπορούμε κατευθείαν να του δείξουμε πώς γράφουμε email στο κινητό. Δεν χρειάζεται να του δείξουμε πώς πληκτρολογούσαμε στον τηλέγραφο για να μάθει τη φωνητική πληκτρολόγηση, του δείχνουμε το κουμπί και του λέμε να μιλάει σε αυτό το μικρόφωνο. Άρα, όσο εξελίσσεται η τεχνολογία, εξελίσσεται και η διεπαφή του χρήστη, οπότε η δουλειά τής όποιας επιμόρφωσης θα είναι ακόμα ευκολότερη, συνεπώς τα πράγματα θα γίνουν καλύτερα.

 

Βρείτε το βιβλίο «2049» του Δημήτρη Δημητριάδη και Γιάννη Σκορδά εδώ.

Αφήστε μια απάντηση